Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τριμμόψιχα

η ψίχα του ψωμιού, στο ουδέτερο γένος. τα τριμμόψιχα = τα ψίχουλα

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Τρ(ι)μόψ(ι)χα -ψίχ(ι) /ἡ, τὸ/ (τρίβω, τρύω, ψὶξ) = ψιχίον, ψίχουλο.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.