τράλος (ο)
εξάρτημα του μύλου. Ο άξονας που περνούσε από το κέντρο του φαναριού. Η μια του άκρη ακουμπούσε στην σκεπή και η άλλη στερεωνόταν στο κέντρο του απάνω λιθαριού. Εκεί δάγκωνε σε ένα σίδερο, τη χελιδόνα, εξάρτημα του βελονιού.
Από τη σειρά βιβλίων “Λαογραφικά της Λευκάδας” του Πανταζή Κοντομίχη