τραμπάλα (η)
- παιδικό παιγνίδι με κύριο όργανο μια σανίδα, ή δοκάρι, στα δυο άκρα της οποίας κάθονται δύο παιδιά. Η σανίδα στηρίζεται στο κέντρο της πάνω σε ένα βαρέλι, ή άλλο κατάλληλο αντικείμενο.
- τραμπάλα, λέμε και την, άλλως λεγομένη “κούνια“. Δένομε ένα σκοινί καλά σε κορμό δέντρου, καθόμαστε στη μέση και μας σπρώχνουν με δύναμη.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Τραμπάλα /ἡ/ (Ἰ. trabalare) = κηλώνιον, ἡ παιδιὰ τοῦ ἀνεβοκατεβάσματος ἐπὶ δοκοῦ ἢ σανίδος στηριζομένης μόνον εἰς τὸ μέσον ἐνῷ οἱ δύο παῖκται κάθηνται εἰς τὰ δύο ἄκρα.
Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης