Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τορναλέτο

Τορναλέτο /τὸ/ (Ἰ. tornaletto) = τὸ περικλίνιον, ὁ γῦρος τοῦ κρεββατιοῦ ἐξ ὀθόνης ἀπὸ τῆς στρωμνῆς μέχρι δαπέδου.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.