Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

θυμός (ο)

δύναμη ανάπτυξης ενός φυτού, χειροτέρευση μιας φλεγμονής.
“Το κλήμα μας έχει μεγάλο θυμό εφέτος, λόγω των βροχών.” – “Το πόδι μου βλέπω πάλι έχει θυμό.”

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Θ(υ)μὸς /ὁ/ = θυμός, ὀργή, ἔξαψις, δυναμικότης ἀναπτύξεως φυτοῦ ἢ φλεγμονῆς.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Θυμός = ἔξαψη φλεγμονῆς, πρησμένο μέρος τοῦ σώματος προτοῦ ξεσπάσει.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.