Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

θρουμπορίγανη (η)

το ποώδες και φρυγανώδες αρωματικό φυτό ύσσωπος ή σώπος.
Ένα νεραϊδοτράγουδο λέει: “Θρούμπο, θρουμπορίγανη / κι άλλο ένα βότανο / να το ΄ξερε η μανούλα σου,  / άλλο παιδί δεν έχανε”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Θρουμπορίγανη /ἡ/ (θύμβα, ὀρίγανον) = τὸ φρυγανῶδες ἀρωματικὸν φυτὸν ὕσσωπος ὁ ὀρεινός.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.