Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

θεογκαλεσμένος (ο)

η λέξη δεν ακούγεται σήμερα. Την αναφέρει όμως σε μικρό γλωσσάριο του ο Λευκαδίτης δάσκαλος από το Κομηλιό Γ.Χ. Μαραγκός, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως” το 1875, (τομ. Η” αρ. σελ. 445). Το Γλωσσάριο αναδημοσιεύτηκε στη “Λευκαδίτικη Εστία” του Γιάννη Βουκελάτου, τεύχος 1/1976. Ο Γ.Χ. Μαραγκός δε μας δίνει την ερμηνεία της λέξης, την κατατάσσει όμως στας “υβριστικάς και βλασφήμους που κατήντησαν το Θεό μεγενθυτικόν. Υπολανθάνει όμως χλευασμόν από της εποχής καθ΄ ην παρητούντο της ειδωλολατρείας, οίον θεόσκυλος, θεόγατος, θεοσκότεινος, θεοκερατάς, κτλ“. Θα μπορούσε εδώ να αντειπεί κανείς, ότι ο λαός με τις λέξεις αυτές που χρησιμοποιεί και που έχουν πρώτον συνθετικόν τη λέξη Θεός, δεν είναι βλάσφημο κάθε άλλο, υποδηλώνει την εξάρτηση του ανθρώπου από το Θεό, από την υπερφυσική δύναμη, που προσκολλιέται άνετα στη δική του λέξη, που τη θεωρεί γυμνή έτσι μόνη της. Η δύναμη του Θεού είναι πάντα παρούσα στη λαϊκή παράδοση.  Ο λαός συνολικά, επομένως και ο πολιτισμός και η γλώσσα του είναι βλάστημος. Και οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν με πρώτο συνθετικό το Θεό, αλλά ποτέ κανείς δεν τις θεώρησε βλάσφημες. Αλίμονο! Αντίθετα, οι λέξεις αναλύονται και διδάσκονται στα σχολεία μας. Αναφέρομε πρόχειρα από Όμηρ. Λεξ. τις λέξεις: θεόδμητος – θεοειδής – θεοείκελος – θεοπρόπιος. Συμπερασματικά λέμε πως ο λαός ποτέ δεν αισθάνθηκε τύψεις για το πλάσιμο και τη χρησιμοποίηση αυτών των λέξεων. Ο Ζακυνθινός συγγραφέας Δημ. Γουζέλης (1774-1843) σημειώνει στο έργο “Χάσης” (Αθήνα, 1927, σελ 48): “Η λέξη θεός προτάσσεται για να δηλώσει το τέλειον ή υπερβολικόν ή θαυμαστόν ή το υπερμέγεθες, θεόρατος, θεομπαίχτης, θεότρελος …“.

[Σημείωση: οι Ζακυνθινοί χρησιμοποιούν τη λέξη θεοτούμπης = ο ανεκτικός στην απιστία σύζυγος, που τα κέρατά του φτάνουν ως τον ουρανό. (βλ. Ντίνου Κονόμου, Ζακυνθινό Λεξόγιο, σελ. 21)].

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης

Θεογκαλεσμένε. – Θεοήλατε. – Θεοσκοτωμένε. – Θεωνᾶ. – Θεωύρετε. Λέξεις βλάσφημοι καὶ ὑβριστικαί. Τὸ θεο κατήντησε μεγεθυντικόν, οἷον θεώρατος (ὑψηλοῦ ἀναστήματος) = πελώριος· ἀλλ᾿ ὑπολανθάνει καὶ χλευασμὸν εἰσαχθέντα πιθανῶς ἀπὸ τῆς ἐποχῆς καθ᾿ ἣν παρῃτοῦντο τῆς εἰδωλολατρείας οἷον θεόσκυλος, θεόγατος, θεοσκότεινος, θεοκερατᾶς κτλ.

Γλωσσάριον – Γ.Χ. Μαραγκός

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.