τεπεσίρι (το)
κιμωλία
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Τεπεσίρι /τὸ/ (Τ. τεμπεshὶρ) = γύψος, κιμωλία γραφῆς.
Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
κιμωλία
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Τεπεσίρι /τὸ/ (Τ. τεμπεshὶρ) = γύψος, κιμωλία γραφῆς.