Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τελερόπορτα (η)

η τζαμόπορτα, κυρίως οι εσωτερικές ή οι μπαλκονόπορτες

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Τελερόπορτα /ἡ/ (Ἰ. tollerare, tellaro-porta) = ὑελόθυρα, τζαμόπορτα.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


τελερόπορτα (ἡ): τζαμόπορτα.

Λεξικό Ιδιωματικών Όρων — Χαρά Παπαδάτου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.