τάρνα-τάρνα
Τάρνα-τάρνα (ἠχητ.) = ἐπῳδὸς πρὸς χορευόμενον βρέφος, στοργὴ καὶ ἀνοχὴ ἔναντι ἄλλου. «τὸν πάει τάρνα-τάρνα». βλ. τάχτα-τάχτα
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Τάρνα-τάρνα (ἠχητ.) = ἐπῳδὸς πρὸς χορευόμενον βρέφος, στοργὴ καὶ ἀνοχὴ ἔναντι ἄλλου. «τὸν πάει τάρνα-τάρνα». βλ. τάχτα-τάχτα