Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

συντρόφι (το)

το εσώρουχο των γυναικών, το βρακί. Η λέξη κατ΄ ευφημισμόν.
Οι παλιές Λευκαδίτισσες δε συνήθιζαν να φορούν βρακί – παρά μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις. Το ΄χαν όμως στην κασέλα τους, για κάθε ενδεχόμενο. Τέτοιες, δα, πολυτέλειες δεν μπορούσαν να ΄ναι σε καθημερινή χρήση για όλες. Τα φορούσαν σίγουρα οι νυφάδες και , ίσως κάποιες ευκατάστατες νοικοκυρές. Αυτό για τα χωριά, στην πόλη ήταν κάπως διαφορετικά τα πράγματα.
Ξεβράκωτος = ελεεινός, τιποτένιος, πάμπτωχος.
Η συνήθεια σταμάτησε μετά το το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Απόχτησαν κι οι χωρικές μαζί με τ΄ άλλα και βρακί. Το συντρόφι, πάντως, ήταν άσπρο, μακρύ ως τα γόνατα περίπου, και, όχι σπάνια,  ωραιότατα κεντημένο.
Το έγραφαν, συχνά, στα προικοσύμφωνα. Το θεωρούσαν ντροπή – λένε – να γράφουν προίκα τόσα και τόσα και να μη γράφουν το συντρόφι, να στείλουν δηλ τη νύφη ξεβράκωτη, μεγάλη ντροπή!
Κι όμως είναι πλήθος τα ξεβράκωτα προικοσύμφωνα.
Σημειώνομε λοιπόν: σε προικοσ. του 1750 (χωριό Πλατύστομα) διαβάζομε: ” … ένα βρακί γυναικείο κεντημένο”. Σε άλλο προικοσ. του 1827 (χωριό Πόρος – συμβολαιογράφ. Κ. Σταύρακας) βρίσκομε: “και τρία συντρόφια, το ένα κεντημένο με χρυσάφι και μετάξι”.
Τέλος σε κτγρφ. του 1748, Νο 26 (Ιστορικό Αρχείο Λευκάδας) βλέπομε: ” και ένα συντρόφι της νύφης”.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.