Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

στρογυρός ή στιχερός (ο)

χοντρό ίσιο αγριόξυλο, ως 2 μέτρα ψηλό, μπηγμένο στο κέντρο του αλωνιού. Εκεί έδεναν γερά την αλωναριά, ένα χοντρό σκοινί που στην άλλη άκρη του είχε προσδεμένο άγγιστρο, που γάντζωνε στη λαιμαριά του εσωτερικού αλόγου, κατά το αλώνισμα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.