ἀσπρογαλιάζει
«Βλέπει πἀσπρογαλιάζει» (σελ. 182, ἈΘ. Διάκος, ΑΣΜΑ ΠΕΜΠΤΟΝ)
Ἀσπρογαλιάζει: τὸ ὑπόλευκον χρῶμα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς θαλάσσης, κατὰ τὸ λυκαυγὲς τῆς ἡμερας.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
«Βλέπει πἀσπρογαλιάζει» (σελ. 182, ἈΘ. Διάκος, ΑΣΜΑ ΠΕΜΠΤΟΝ)
Ἀσπρογαλιάζει: τὸ ὑπόλευκον χρῶμα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς θαλάσσης, κατὰ τὸ λυκαυγὲς τῆς ἡμερας.