σ(ου)λατσαδόρος
Σουλατσαδόρος (Ἰ. sollazzatore) = ἀργόσχολος περιπατητής: «τοκιστὴς καὶ σλατσαδόρος».
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Σουλατσαδόρος (Ἰ. sollazzatore) = ἀργόσχολος περιπατητής: «τοκιστὴς καὶ σλατσαδόρος».