σοστάντσα (η)
φαγητό με ουσία.
χρειάζεται και λίγη σοστάντσα”, δηλ. καλό και πλούσιο σε βιταμίνες φαγητό.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Σοστάντσα /ἡ/ (Ἰ. sostaza) = οὐσία, περίληψις, θρεπτικότης.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης