Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σόμπολο (το)

μικρή πέτρα.
Τα σόμπολα συνήθως είναι σκορπισμένα σε δρόμους των χωριών ή σωριασμένα στις άκρες των κτημάτων από τους ίδιους τους καλλιεργητές.
Κατά τον Ι.Ν. Σταματέλο (Μοιρολόγια Λευκάδας, σελ. 24): “Σώμπολα. Ούτω καλούνται οι μικροί λίθοι (λογάδες) ους τέκτονες παρεμβάλλουσι σώους εν μέσω των μεγάλων. Η λέξη παράγεται εκ του σώος και βάλλω (β=μπ). Ο Βυζάντιος παραλείπει αυτή”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Σόμπολο /τὸ/ (σὺν-βῶλος) = μικρὸς λίθος ἐκ συλλογῆς πολλῶν ὁμοίων.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


σόμπολο (τό): μικρή πέτρα ἀπό σωρό πολλῶν ὁμοίων μικρῶν, (ΑΡΧ. σύν-βῶ­λος). Βλ. καί σοτόμπολα

Λεξικό Ιδιωματικών Όρων — Χαρά Παπαδάτου


Σόμπολα = πολλά λιθάρια μετρίου μεγέθους.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής


Σώμπολο, § οὕτω καλοῦνται οἱ λογάδες λίθοι, οὓς οἱ τέκτονες τοιχοδομοῦντες παρεμβάλλουσι σώους ἐν μέσῳ τῶν μεγάλων λίθων. Π. παίρνει καὶ τὰ μικρὰ παιδιὰ γιὰ σώμπολα τοῦ πύργου (ᾆσμ. 24).

Σημ. Ἐκ τοῦ σῶος – βόλος (β = μπ). Ὁ Βυζ. π. τὴν λ.

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου

Ένα Σχόλιο

  1. Η λέξη παράγεται εκ του έσω+μπόλι.
    Μπόλι είναι το εμφύτεμα.
    Το εσώμπολο (σώμπολο) είναι εκείνο το μικρό ακανονίστου σχήματος λιθάρι το οποίο ενώ είναι ακατάλληλο στην τοιχοποιία γιά τις εμφανείς έξω και έσω όψη του τοίχου οι χτίστες το χρησιμοποιούν για να μπαζώνουν το εσωτερικό της τοιχοποιίας
    Οι έμπειροι κτίστες έκτιζαν την έξω την καλή πλευρά του τοίχου, οι μαθητευόμενοι την μέσα πλευρά και οι ανειδίκευτοι εργάτες κουβαλούσαν τα σώμπολα και με αυτά μπάζωναν το καινό μεταξύ της έξω και της μέσα πλευράς του ανεγειρόμενου τοίχου.
    Η δουλειά των εργατών ήταν βαρειά και δεν προλάβαιναν να ξεκουραστούν. Οι κτίστες τους παράγγελναν:
    “Σώμπολα και λάσπη, και μετά κάτσε και ξανάσανε”. Η ειρωνία ήταν ότι οι εργάτες ποτέ δεν προλάβαιναν να ξανασάνουν μιάς και οι κτίστες, πότε ο ένας και πότε ο άλλος, ποτέ δεν έπαυαν να δίνουν την εντολή “Σώμπολα και λάσπη κάτσε και ξανάσανε”.

    Η λέξη σώμπολο σημαίνει αυτό που το βάζουν οι κτίστες πέτρας στο εσωτερικό της τοιχοποιίας το λεγόμενο μπάζωμα.

    Η λέξεις σώμπολο, μπάζωμα, μπάλωμα είναι παράγωγα του ρήματος “εμβάλω”
    Από το εμβάλω παράγεται το “εμβόλιο”.
    Από το εμβόλιο παράγεται το “μπόλι”
    Το μπόλι είναι το μέρος του Βλαστού που αποσπάται από
    Το δέντρο-μητέρα και προσκολάται σε δέντρο υποδοχέα και εκεί άλλωτε αναπτύσσεται και άλλωτε απορριπτεται. Το γνωστό “κέντρισμα”.
    Από το μπόλι παράγεται
    Από το μπόλι παράγονται οι λέξεις “μπολογύρω” “έμπολος” και “σώμπολος”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.