Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σκαίνομαι

Σκαίνομαι (σικχαίνω) = συχαίνομαι, ἀηδιάζω (αἰσχύνομαι) = μετανοῶ, ἐντρέπομαι. «δὲν τρέπεσαι καὶ δὲ σκαίνεσαι μωρέ;».

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Σκαίνομαι = σιχαίνομαι.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Σκένομαι, § ἀηδιάζω τι καὶ ἐνεργ. σκένω = προξενῶ ἀηδίαν.

Σημ. Ἴσως ἐκ τοῦ συγχάζω καὶ συγχάζομαι ἢ μᾶλλον ἐκ τοῦ συγχέομαι.

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.