Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σκαπετάω

φεύγω τρέχοντας.
φράση: “Σε δύο λεπτά εσκαπέτησε πέρα …”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Σκαπετάω καί Σκαπετάρω (σκάπετος, Ἰ. scappare) = διαφεύγω, δραπετεύω, διανύω ταχέως ἱκανὴν ἀπόστασιν.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Για δες που σκαπέτσε, κιόλας”, απομακρύνθηκε δρομέως. Διαφεύγω, δραπετεύω (Λάζαρης). Το ρήμα ιταλικής προέλευσης, εξελληνισμένο, σκαπετάω – ώ (Δημητράκος). Ιταλιστί είναι scappare, διαφεύγω, δραπετεύω.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.