σαϊτάρι (το)
- φίδι από τα πιο συνηθισμένα. Είναι επικίνδυνο, γιατί, όπως πιστεύει ο λαός, πετιέται στο θύμα σαν σαγίτα. Δεν είναι δηλητηριώδες.
- τα μικρά στραγγιστικά, αποχετευτικά αυλάκια, που “στραγγίζουν” το χωράφι.
Σε χργρφ. κτηματία του 1745 (Ιστορικό Αρχείο Λευκάδας) διαβάζομε: “Έβαλα εις τα αμπέλια εις το Βαρδάνη και έκαμα σούδες και σαητάρια, όθεν ήτανε χρία”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Σαϊτάρ(ι) /τὀ/ = (Ἰ. saettone, Λ. sagitta) = ὁ ὄφις ἀκοντίας (δενδρογαλῆ ἡ ἐλαφρά). (Π. Τ. σαγὲ-τὰρ) = ὑδραγωγὸς αὖλαξ ἀποχετεύσεως.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Σαϊτάρι = φίδι πού σέρνεται ἀναπηδώντας λίγο μεγαλύτερο τῆς ὀχιᾶς.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής