Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

σαμπατάω

Σαμπατάω = ζαλίζω ἄλλους μέ τίς ἄσκοπες φωνές μου, σώπα τώρα καί μᾶς σαμπάτησες (σώπα τώρα καί μᾶς ζάλισες).

βλ. και σαμπατίζω

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.