ὄργος
Ὄργος /ὁ/ (ὀργάω-ἐργάω) = ὁ τόπος τῆς ἀγροτικῆς καλλιεργείας καὶ ἰδίᾳ ἡ περιοχὴ τοῦ σκαψίματος ἢ τῆς ἀρόσεως.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
ἢ ὀργός: ὁ ανορυττόμενος αὖλαξ, αὐτή ἡ γραμμή
Σημειώσεις Βαλαωρίτη Ἀπαντα – Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης, Σχόλια στόν Ἀθανάσιο Διάκο