ρεφούδι ή ρεφούντιο (το)
αυγοτάραχο από θηλ. στράδι – μπάφα.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ρεφοῦδι /τὸ/ (Ἰ. rifare-fondere) = συντετηρημένον αὐγοτάραχον κεφάλου.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
αυγοτάραχο από θηλ. στράδι – μπάφα.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ρεφοῦδι /τὸ/ (Ἰ. rifare-fondere) = συντετηρημένον αὐγοτάραχον κεφάλου.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης