ρεφέρτα (η)
τακτοποίηση – επισκευή
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ρεφέρτα /ἡ/ (Ἰ. rifare) = ἐπισκευή, εὐθέτησις, εὐπρέπισις
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
ρεφέρτα (ἡ) : ἐπισκευή, εὐθέτηση (IT. rifinitura).
Λεξικό Ιδιωματικών Όρων — Χαρά Παπαδάτου