Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

προντάω

διώχνω βιαίως κάποιον. “Πρόντησε τις κότες από κει” – “Πήγα να του το πω και πρόντησε” – “Πρόντα το σκύλο”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Προντάω (Ἰ. prontare) = ἀποδιώκω, ἀποπέμπω, κάμνω τινὰ ν’ ἀπομακρυνθῇ.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης   


Επρόντησε. Τον έδιωξε ή έφυγε άτακτα. Στα ιταλικά pronto θα πει εμπρός (στο τηλέφωνο), αλλά ενν. a partire, δηλ. να φύγω. Επομένως, εδώ τον επρόντησε, του είπε να φύγει, (να στρίψει) γρήγορα.

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης


Προντάω = διώχνω βίαια, πρόντα ἐκεῖνο τό σκυλί (διῶξε ἐκεῖνο τό σκυλί).

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Προντάω § ἀποπέμπω.

Σημ. Ἐκ τοῦ προωθέω (ἰδ. Σύλλ. 11. 18), ἡ λ. εὔχρ. εἰς τοὺς χωρικούς.

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου


Προντάω: προπέμπω, διώχνω, προτάσσω.Γλωσσάριο Ιωάννας Κόκλα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.