πριμαρόγλι (το)
ο πρωτολάτης των καρπών, το πρώτο φορτίο της καλής σοδειάς, κάτι που το απολαμβάνουμε και το χαιρόμαστε.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Πριμαρόγλι /τὸ/ (Ἰ. primalio -iale) = τὸ πρῶτον φορτίον γεωργικῆς παραγωγῆς (τῆς ἐποχῆς), ἡ πρώτη συγκομιδή.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης