Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πριάρι -ια ή προιάρι (το)

μικρό πλεούμενο, χωρίς καρίνα με επίπεδο πυθμένα. Χρησιμοποιείται από τους ψαράδες της Χώρας για τη διακίνηση τους στο ψάρεμα στη λιμνοθάλασσα της Λευκάδας.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πριάρι /τὸ/ (πλοιάριον) = ἐγχώριον μικρὸν ἐφόλκιον μὲ ἐπίπεδον πυθμένα (κατάλληλον διὰ τὰ ἀβαθῆ τῶν ἐπιχωρίων λιμνοθαλασσῶν).

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Προιάρι § πλοιάριον.

Σημ. Ἰδ. Σύλλ. 16.

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.