Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πράμα -τα (το)

  1. τα ζώα του σπιτιού, γιδοπρόβατα. “Θα πάω με τα πράματα”, δηλ. πάω να βοσκήσω.
  2. έκφραση θαυμασμού: ” … ψ΄χή μ΄πράμα …!”

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πρᾶμα /τὸ/ = πρᾶγμα, ζῷον κατοικίδιον (ἐκ τῶν βοσκουμένων ἢ ὑποζυγίων).

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Πράματα = τά ζῶα, ὅλα τά ζῶα πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος γιά τίς ἀνάγκες του.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.