πλυτόταβλα
Πλυτόταβλα /ἡ/ (πλύνω,Ἰ. tavola) = τραπεζοειδὲς σανίδωμα πλύσεως ἱματίων μὲ ὁριζοντίας αὐλακώσεις.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Πλυτόταβλα /ἡ/ (πλύνω,Ἰ. tavola) = τραπεζοειδὲς σανίδωμα πλύσεως ἱματίων μὲ ὁριζοντίας αὐλακώσεις.