Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πλαστάρι (το)

αρτοσκεύασμα περιστασιακό.
Γίνεται με καθάριο αλεύρι: Λιώνουν αλεύρι με λίγο προζύμι σε μια κατσαρόλα, και αφού γίνει χυλός το ρίχνουν σ΄ ένα νταβά και τον πηγαίνουν στο φούρνο.
Πλαστάρι φκιάνουν στη γιορτή των Αγίων Σαράντα ή του Σταυρού. που του δίνουν και το σχήμα του σταυρού, βάνουν επάνω κλαρί βασιλικό από την εκκλησία.
Έχουν και μια πρόληψη: δεν κάνει να μυριστείς το βασιλικό πριν τον βάλεις στο πλαστάρι.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πλαστάρ(ι) /τὸ/ (πλάσσω) = ἀρτίδιον, ψωμάκι, πλακούντιον.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.