Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πλανιαδούρι -ρια (το)

οι λεπτές ταινίες που βγάνει η πλάνια από τις σανίδες που λειαίνει. Τα λεπτά ξυλαράκια, η σκόνη που βγαίνει στα ξυλουργεία από τους τόρνους κ.ά εργαλεία.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πλανιαδοῦρ(ι) /τὸ/ (Ἰ. pianatoio) = τὸ ἀποφλοίωμα τοῦ ξύλου ποὺ ἀποσπᾷ ἡ ρυκάνη (πλάνια), τὸ ροκανίδι.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


πλανιαδοῦρι (τό) : τό ἀποφλοίωμα τοῦ ξύλου πού φεύγει μέ την πλάνη.

Λεξικό Ιδιωματικών Όρων — Χαρά Παπαδάτου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.