Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

π(ι)θώνω

Πιθώνω (ἀπὸ-τίθημι) = ἀποθέτω, φυλλάσω, τοποθετῶ.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Απόσπασμα από μοιρολόι του Μεγανησίου

“Μαυρέτα μου τον πόνο σου πού να τονέ πιθώσω;
να τον πιθώσω στα κλαριά, τον παίρνουν τα πουλάκια,
να τον πιθώσω στο τρίστρατο, τον παίρνουν οι διαβάτες. …”

Μπολίτσα στο χρόνο


φράση: “το ΄σκωσε και το πιθωσε” = το σχολιάσε επίμονα και αρνητικά

Κάλαμος -Ρέα Μανωλάτου


βλ και απ(ι)θώνω και π΄θώνω

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.