πίντα (η)
μέτρο χωρητικότητας υγρών, ιδίως λαδιού. Μια πίντα χωρούσε 4 καρτούτσια
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Πίντα /ἡ/ (Ἰ. pinta) = μέτρον χωρητικότητος ὑγρῶν (4 καρτοῦτσα).
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Πίντα, η = μονάδα μέτρησης λαδιού, η οποία έχει αντιστοιχία 4 καρτούτσα = μία πίντα, και 2,5 καρτούτσα = μία οκά λάδι, (αγγλ. pint).
Γλωσσάριο Ιωάννας Κόκλα