πινιάτα (η) – πνιάτα
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Π(ι)νιάτα /ἡ/ (Ἰ. pignatta) = πηλίνη χύτρα, παδέλα.
Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Ή παδέλα. Πήλινο μαγειρικό σκεύος.. Ιταλικές λέξεις: pignatta – padella. Η δεύτερη σημαίνει τηγάνι. Εμείς εννοούμε το ίδιο πράγμα και με τις δύο λέξεις, την πήλινη παλαιά χύτρα. Παράλληλα υπήρχε και ο πήλινος νταβάς (τούρκικα tava).
Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης
Π(ι)νιάτα, η, ή παδέλα, η = πήλινη γαβάθα μαγειρέματος. Στο Ομηρ. Λεξικόν Πανταζίδη συναντάται ως «πινάκι ή πινάκα = ξυλίνη λοπάς (ξυλοπίνακας), εφ’ ής παρατίθενται τα εδέσματα».
Γλωσσάριο Ιωάννας Κόκλα
(Άει μεσ’ στο κατώι που ‘χω την πνιάτα απίκπα πάνου στην πίλα, να μου τήνε φέρεις.)