πικράδα ή πικραλίδα (η)
αγριολάχανο καλόγευστο και ιαματικό (πίκρονας).
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Πικράδα = πικραλίδα, πικρό ἀλλά εὔγευστο καί θεραπευτικό ἄγριο χόρτο.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής