Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πελάντζα (η)

ζυγός με μια πλάστιγγα και στέλεχος (κανόνας) που σημειώνει το βάρος μετακινώντας κινητό βαρίδιο
Κρεμαστή ζυγαριά.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πελάντζα -έτο /ἡ, τὸ/ (Ἰ. bilancia -etto) = κρεμαστὴ ζυγαριά, ζυγὸς σταθμίσεως ὀψωνίων.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


τις πελάντζες που ήταν κρεμαστές, όπως και τα στατέρια τις αγόραζαν από τη Λευκάδα. Ο δίσκος στη βάση κρεμόταν με τρεις αλυσίδες. Οι πελάντζες ήτανε κοινόχρηστες. Στο επάνω μέρος ήτανε ο πίνακας αριθμημένος με γραμμές που έδειχναν τη μισή λίτρα, 1 λίτρα κ.τ.λ. Ήταν μέτρα επί Ενετοκρατίας που ίσχυσαν και μετά το 1900 ώσπου αντικατασυάθηκαν από τις πλάστιγγες για μεγαλύτερα βάρη.

Γλωσσάριο Μιλτ. Δ. Κακλαμάνη

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.