Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πατίνα ή πάτνα (η)

βερνίκι για τα παπούτσια, πουλιόταν και χύμα.
πατινάρω = βερνικώνω παπούτσια.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πάτ(ι)να /ἡ/ (Ἰ. Patina) = βερνίκι ὑποδημάτων εἰς χῦμα.

Πατ(ι)νάρω (Ἰ. patinare) = βερνικώνω ὑπόδημα.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.