Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πασπαλίζω

κοκκίζω, επιπάσσω. “Πασπάλισα τον τοίχο τριγύρω με ψιλό ασβεστοκονίαμα”. – “πασπάλισα το τυρί με αλάτι”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πασπαλίζω (παιπάλη) = ἐπικονιάω, ἐπιπάσσω, ἐπιρρίπτω ἀλευροκονίαμα ἢ ἄλλο παρόμοιον.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.