ορφανοκοίλης (ο)
όποιος μένει ορφανός, προτού να ιδεί το φως του κόσμου, πριν βγει απ΄την κοιλιά της μάνας του.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
όποιος μένει ορφανός, προτού να ιδεί το φως του κόσμου, πριν βγει απ΄την κοιλιά της μάνας του.