Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ντετόρος ή ντοτόρος (ο)

  1. ο γιατρός. Σ΄ ένα λαϊκό σατιρικό αποκριάτικο του τόπου μας: “Κυρ ντοτόρε με τη γούνα / η γυναίκα σου γουρούνα, / τα παιδιά σου γούτσι – γούτσι / δεν ποτάζουνε παιδούτσι”.
  2. μτφ. = ο υποκρινόμενος του φιλομαθή, ο αμαθής. “Η ντετόρα από δω τι λέει;”

Ο τίτλος καθιερώθηκε στη Λευκάδα κατά την Ενετοκρατία (1684 – 1797).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.