νέκρα (η)
- ερημιά, απόλυτη ησυχία
- ανάλατο φαγητό
- όταν μας λένε “ναι” με αυθάδεια, απαντάμε: “νέκρα ή νέκρα και κωλιάντσα”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Νέκρα = ἀντίλογος τοῦ ναί, λέγεται: …ναί – νέκρα.
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής