Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μυζήθρα

Μυζήθρα, εἶδος χλωροῦ τυροῦ, τὸ ἀλλαχοῦ ἐνθότηρον καλούμενον.

Σημ. Ἐκ τοῦ μυζάω (= βυζάνω) μύζηθρον, μυζήθρα, οἱονεὶ μυζητήριον (= βυζαστήριον), διότι τὸ σχῆμα τοῦ τυροῦ τούτου εἶνε στρογγύλον ὡς ὁ μαστός· ἐντεῦθεν ἴσως καὶ οἱ ἀρχαῖοι μαζὸν καὶ μαστὸν ἔλεγον καὶ πᾶν ςρογγύλον πρᾶγμα.

βλ. καί μπ(ι)ζήθρα (η)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.