Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μισοκοπίζω

στις γεωργικές δουλειές = μισοτελειώνω τη δουλειά. “Το μισοκόπισα το χωράφι στο σκάψιμο”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μ(ι)σοκοπίζω (ἥμισυ-κόπτω) = φθάνω εἰς τὸ ἥμισυ ἔργου ἢ ποιότητος.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρη

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.