Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μεροδούλι (το)

  1. εργασία μιας ημέρας, το μεροκάματο. φράση: ¨μεροδούλι, μεροφάι”, δηλ. ο,τι παίρνουμε ως αμοιβή για ένα μεροκάματο αρκεί μόνον για τα έξοδα της ημέρας.
  2. μέτρο έκτασης: “πέντε μεροδούλια αμπέλι” ή “αμπέλι πέντε τσαπιών¨.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.