μάτσα
Μάτσα /ἡ/ (Ἰ. mazza) = χειρολαβή, ἄκρον κλάδου, ῥάβδος, ἑκάτερον τῶν δύο ραβδίων ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀρχίζουν τὰ δίχτυα τῆς τράτας μετὰ τὸ σχοινίον.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Μάτσα /ἡ/ (Ἰ. mazza) = χειρολαβή, ἄκρον κλάδου, ῥάβδος, ἑκάτερον τῶν δύο ραβδίων ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀρχίζουν τὰ δίχτυα τῆς τράτας μετὰ τὸ σχοινίον.