Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ματιάζω

βασκαίνω, προκαλώ βάσκαμα. Τα εξωτερικά γνωρίσματα του βασκάματος είναι: κιτρίνισμα ελαφρό, ιδρώτας, κομμάρες.
φράση: “Δεν μπορώ ν΄ ανοίξω τα μάτια μου, κάποιος με βάσκανε”.
Κατά τη λαϊκή αντίληψη στη Λευκάδα, βασκαίνουν-ματιάζουν όσοι έχουν “το κακό μάτι”. Και συγκεκριμένα όσοι έχουν μαύρα και πονηρά μάτια και οι σμιγοφρύδες.
Αποτρεπτικά του ματιάσματος είναι η βασκαντήρα (το αρχαίο βασκάνιον), το φυλαχτό. Κι επειδή ματιάζονται και ολόκληρα σπίτια, οι νοικοκυρές κρεμούσαν πίσω από την πόρτα του σπιτιού τους ένα πέταλο αλόγου. Το βάσκαμα των προϊόντων αποφεύγονταν με το κρέμασμα σε δέντρο ενός μονόλοβου σκόρδου. Αποτρεπτικό επίσης της στιγμής είναι το φτύσιμο τρις στον κόρφο τους.
Βασκαίνονται οι όμορφοι -ες, τα ωραία μωρά και οι λεβεντάνθρωποι.
Τη θεραπεία του βασκάματος αναλάμβαναν οι ξορκίστρες με διάφορα μαγικά και ξόρκια: Λαδόνερο με αλάτι στο πιάτο, το σβήσιμο των κάρβουνων και το μέτρημα. (Η λαϊκή ιατρική τη Λευκάδα, σελ 15-18)

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ματιάζω (ὀμμάτιον) = ἐπισημαίνω διὰ τοῦ βλέμματος, βασκαίνω. (ἁμματίζω) = συνδέω μονίμως, συνάπτω, συναρμόζω.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης   


Εδώ όχι με την έννοια του βασκαίνω (ξε-ματιάζω), αλλά του άλλως ματίζω, προεκτείνω ύφασμα κ.λπ. Από το αμματίζω κι αυτό από το άμμα, κόμπος, δεσμός (Μπαμπινιώτης).

Καρσάνικα Γλωσσικά Ιδιώματα – Δημ. Κατωπόδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.