Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

λυσ(σ)ακά (τα)

μεγάλη μανία, έλξη, για επιτυχία κάποιου σκοπού, κοπιώδεις προσπάθειες. φράση: “Έφαγε τα λυσσακά του, μα δεν το βρήκε”.
Κατάρα: “Να φας τα λυσσακά σου!¨

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.