λειψή (η)
καλαμποκόψωμο του ταψιού, κοινώς ροκίσα. Είναι δύο ειδών: ανεβατή που ζυμωνόταν με προζύμι και η λειψή που γινόταν δίχως προζύμι. Στη λειψή έριχναν μέσα σταφίδες και κανέλα και γινόταν νόστιμη. Έφκιαναν και τηγανίτες ανεβατές και λειψές.
Βαλαωρίτης, Αθανάσιος Διάκος, Γ΄, σχόλια, σημειώνει: “λειψαίς και ανεβαταίς, αι μεν άζυμοι, αι δε ένζυμοι”.
βλ. καί λειψό