Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

λιογκάρι (το)

το όργανο ταμπουράς, έγχορδο μουσικό λαϊκό όργανο.
φράση: “Η κοιλιά του βαράει ταμπουρά από την πείνα”.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Λιογκάρι /τὸ/ (Ἀλ. jονγάρ-ι) = ταμπουρᾶς, μπουζοῦκι.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.