Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κρυφοφάικο (σκυλί) (το)

το σκυλί που επιτίθεται κρυφά, ξαφνικά, απρόσμενα.
μτφ. : ο άνθρωπος ο ύπουλος, ο καταχθόνιος.
φράση: “Αυτός δα είναι κρυφοφάικο σκυλί”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.