κ(ου)κάκια (τα) ή κουκαρέλια ή κουκιά
Η σημασία τους στη ζωή των κατοίκων του νησιού, φαίνεται από τη θέση τους σε πολλά ανέκδοτα, παραδόσεις, παροιμίες κτλ.
Παροιμίες: “κουκιά μετρημένα” – “κουκί ήτανε κι έσκασε” – “το ρίξαμε στα κουκιά” – “τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω”.
Παράδοση: “Ένας παπάς μετρά τις μέρες ώσπου να έρθει η Ανάσταση με τα κουκιά. Τα ΄χε κρυμμένα κι έτρωγε ένα την ημέρα, κι όταν θα σώνονταν θα ΄κανε Ανάσταση. Τα είδε κάποια μέρα η παπαδιά: “Α, του αρέσουν τα κουκιά του παπά, ας του βάλω άλλα λίγα του καψερού”. Έτρωγε από ένα ο παπάς. Ήρθε η Λαμπρή κι αυτός πού να κάμει Ανάσταση. Ώσπου ξεσηκώθηκε το χωριό να τον πνίξει. Τότε τους λέει: “Αφού τα κουκιά μου δεν σώθηκαν ακόμα πώς να κάμω Ανάσταση;” Μπήκε στη μέση η παπαδιά: “Εγώ φταίω, όχι ο παπάς …”. Κι έκαμαν μετά την Ανάσταση όταν οι άλλοι γιόρταζαν του Θωμά”.
Μαγικά: Τα τρία κουκιά: Οι ανύπαντρες κοπέλες παίρνουν τρία κουκιά, χλωρά ή ξερά, το ένα να είναι ζόρκο (=ξεφλουδισμένο), το άλλο μισόζορκο και το τρίτο ντυμένο. Πριν κοιμηθεί η κοπέλα τα βάνει και τα τρία κάτω από το μαξιλάρι της και το πρωί πριν σηκωθεί βάνει το χέρι της και πιάνει ένα στην τύχη. Αν πιάσει το ζόρκο, ο γαμπρός θα είναι πάμφτωχος, αν το μισοζόρκο, έτσι κι έτσι, κι αν πιάσει το ντυμένο θα είναι νοικοκύρης.
Τοπωνύμιο: Κουκάκια.
Ποικιλίες: αραποκούκια, ασπροκούκια, φτακούκια (εφτακούκια) ή μισοκούκια (της κατηγορίας στενοκούκια).